- υποθειικός
- -ή, -ό, Νφρ. «υποθειικό οξύ»χημ. άλλη ονομασία τού διθειονικού οξέος.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. γαλλ. (acide) hyposulfurique < υπ(ο)-* + θειώδης. Η λ. μαρτυρείται από το 1840 στον Ξ. Λάνδερερ].
Dictionary of Greek. 2013.